Saturday, January 15, 2011

Ζω ακόμα

Πού είμαι; Γιατί βρίσκομαι εδώ; Το σπίτι μου είναι μακριά. Ας ρωτήσω αυτόν τον περαστικό.

Πού είμαι; Α, ναι, διασχίζουμε την πόλη. Δεν ξέρω πώς βρέθηκα εκεί. Δεν έχω ιδέα. Είμαι σε ένα αμάξι. Α! ο περαστικός. Οδηγάει το αμάξι δίπλα μου. Με ρωτάει πώς βρέθηκα τόσο μακριά. Αλήθεια πώς; Θα γυρίσω σπίτι και θα μου πει η αγάπη μου, φαντάζομαι.

Βλέπω την πολυκατοικία μου, ο νεαρός που με βοήθησε να φτάσω σπίτι παρκάρει. Για κάποιο λόγο ο δρόμος δε μοιάζει με όπως τον θυμόμουν. Ο κωδικός της εξώπορτας έχει αλλάξει. Τα παιδιά στην πιτσαρία μου άνοιξαν. Αλήθεια πότε άνοιξε πιτσαρία και δεν το θυμόμουν; Τι έχει γίνει;

Ανεβαίνουμε στον 6ο όροφο. Να η πόρτα του σπιτιού. Πότε άλλαξα την κλειδαριά; Γιατί δεν απαντάει η αγάπη μου στην πόρτα; Ο νεαρός με βοηθάει με τις κλειδαριές: Η μια είναι τόσο ψηλά που δεν την φτάνω εύκολα.

Ο διάδρομος είναι άδειος. Ανοίγω τον διακόπτη αλλά το φως δεν έρχεται. Φωνάζω τη γυναίκα μου. Πού είμαι; Τι έγινε;

Το σπίτι είναι άδειο. Με λήστεψαν! Πού είναι όλα τα πράγματα; Πού είναι όλες οι αναμνήσεις μου; Πού είναι η γυναίκα μου;

Ακούγεται μουσική από το δίπλα διαμέρισμα. 12 η ώρα τη νύχτα ακούνε μουσική; Ο νεαρός χτυπάει την πόρτα του γείτονα. Ένας άλλος νεαρός βγαίνει.

Με λήστεψαν! Δεν το πιστεύω. Ο γενικός είναι ανοιχτός, δεν έχω ρεύμα. Ήθελα να κοιμηθώ σπίτι μου. Πού είναι η γυναίκα μου;

Οι νεαροί συζητάνε, ψιθυρίζουν. Αυτός που με έφερε ζητάει από το γείτονα να μου δώσει μια κουβέρτα να κοιμηθώ. Χωρίς φως; Σε άδειο σπίτι;

Η αστυνομία μάς παίρνει τηλέφωνο, ο γιος μου με περιμένει. Φεύγουμε.

Ξέρω. Η γυναίκα μου πέθανε πριν από ενάμισι χρόνο. Από τότε ζω ακόμα.

Ποιος είμαι; Πού είμαι;

Γύρισα σπίτι. Γύρισα σπίτι. Ο γιος μου με περιμένει στο αστυνομικό τμήμα. Ήταν πάλι άτακτος. Αλλά θα πάμε στο πάρκο. Θα είναι καλό παιδί τώρα. Χαιρετάμε το γείτονα -πότε άλλαξα γείτονα;

Ο γιος μου με περιμένει.