Friday, April 28, 2006

Σοκ και δέος.

Μέχρι τώρα υπήρχαν πολλά πράγματα που με έκαναν να μένω με το στώμα ανοιχτό. Το άσθμα, η νύστα, η βουλομένη μύτη μου. Όμως σήμερα όταν έβαλα την επιλογή All Music στο media player μου, λίγο ήξερα ότι η ζωή μου θα άλλαζε για πάντα... Sepultura & Luciano Pavarottiτραγουδάνε το Roots Bloody Roots. Παρέα. Δεν ήξερα ότι μπορούσαν να μου αρέσουν πάνω απο 4 τραγούδια των πρώτων. Δεν ξέρω τι να πω. Είμαι σίγουρος ότι ο Παβαρόττι δεν τραδούδησε μαζί του αλλά όποιος έκανε mix το τραγούδι νομίζω ότι είναι είτε καμμένος είτε ιδιοφυία. Ίσωε και τα δύο. Το τραγούδι δεν μου άλλαξε τη ζωή, αλλά σίγουρα μπορώ να πω πως έμεινα άφωνος. Και τώρα πάω να ακούσω ξανά το ίδιο τραγούδι.

(Άσχετο νομίζω πως το soundtrack της ζωής μου είναι των Pixies τοWheRe is mY Mind?)

mizzl (ή τι ωραίος καιρός...)

Ο καιρός αυτός είναι από τους αγαπημένους μου. Είναι ο καιρός με τον οποίο δεν χρειάζεται καν να δικαιολογηθείς με κάποια πολυσύνθετη δικαιολογία στον εαυτό σου αν θες να κοιμηθείς, να χουζουρέψεις, να κάτσεις στη πολυθρόνα κοιτόντας την θέα από το μπαλκόνι ή διαβάζοντας κάποιο βιβλίο. Είναι ο καιρός που αν βγει έξω με τα ρούχα σου και βρέξει, δεν σε νιάζει να βραχείς, γιατί ευχαριστιέσαι την βροχή, δεν σε νοιάζει να σε δούνε να περπατά έτσι, γιατί όσοι είναι στον δρόμο είτε είναι μουντζούφλιδες, με τις ομπρέλες και τα αμάξια τους, βιαζόμενοι να πάνε στο σπίτ τους, είτε είναι σαν εσένα. Όσο κουλό και να ακούγεται όλα αυτά τα πράγματα για εμένα είναι ευτυχία. Δεν μπορώ πάντα να ευχαριστηθώ τον καιρό αυτό. Δεν έχω πάντα τα απαιτούμενα ερεθίσματα. Σήμερα όμως, που ο ουρανός φαίνεται σαν να θέλει να αγγαλιάσει την επιφάνεια της Γης, σήμερα νιόθω όμορφα. Μελαγχωλία, απόλια, αλλά και γνώση της ηρεμίας, και αποδοχή του εαυτού μου, των πράξεών μου, μια ψεύτικη αίσθηση πως ο κόσμος δεν θα είναι ποτέ ακλύτερος από αυτές τις λίγες στιγμές που ζω τώρα. Ξαναδιαβάζω κείμενά μου, ιστοριούλες, ποιήματα, και βλέπω πως έχω κάτι που μπορεί να εκφραστεί τριγύρω. Ξέρω ότι όσο και να μην είναι τα πράγματα όπως θα ήθελα να ήταν, όπως τα ονειρεύομαι ξύπνιος, η ζωή είναι καλή μαζί μου. Το κείμενο αυτό μπορεί να φαντάζει μελό, μπορεί να μην έχει τον συνηθισμένο αυτοσαρκασμό μου, και να μην είναι καθόλου αστείο –για τα δικά μου μέτρα και σταθμά. Παρ’ όλα αυτά θα το αναρτίσω, γιατί τώρα με εκφράζει. Μετά μπορεί να μην με αγγίζει, και να λέω ότι λυπάμαι που έχω χάσει επαφή με τόσα άτομα, που αυτοπεριορίζω τις κοινωνικές μου σχέσεις και άλλα, και ότι δεν θέλω να είμαι μόνος. Όμως τώρα δεν έχω ανάγκη από άλλο φίλο, άλλη φίλη, από την ψιλή βροχή που πέφτει.

Wednesday, April 26, 2006

Δεν είμαι ο Χουντίνι.

Απλά τα ποστ που εξαφανίστηκαν, ένιοσα πως έπρεπε να εξαφανιστούν. Η μέθοδος του χαζαπλάστ απέδωσε, και αυτήν τη στιγμή νιόθω ξανά ο γοητευτικός, έξυπνος και πνευματόδης τύπος που είμαι. Βεβαίως δεν κατάφερα να ξεφορτωθώ τη μετριοφροσύνη μου, πράγμα που σημαίνει ότι ακόμα δεν είμαι τέλειος, αλλά που θα πάει, και αυτό το ελάτωμα θα εξαλυφθεί... Ευχαριστώ όσου άκουσαν/ διάβασαν την γκρίνια μου. Πόνος μειρασμένος, πόνος μισός έλεγε πάντα ο πατέρας μου, και χαρά μειρασμένη χαρά διπλή. Δεν ξέρω αν αυτό συντέλεσε σε τόσο μεγάλο βαθμό, αλλά η ζωή συνεχίζει...

Tuesday, April 25, 2006

Κάποια παλιά κείμενα που είχα στείλει στο "μούχλα"

Τα κείμενα αυτά είχαν γραφτεί στην σελίδα του Νίκου ''Μούχλα'' από τη Θεσσαλονίκη, στις απαρχές των συνδέσεών μου στο διαδίκτυο και τα μετέφερα εδώ έπειτα:

Η νοοτροπία του χαζαπλάστ.

A moderatively happy life

Ένα παλιό κείμενο, που κολλάει;

Καλοκαίρι στην Αθήνα.

Λίγο Proderm θα βοηθούσε.

Mr. Disappear.

Ο γκομενοθραύστης

Καλοκαίρι στην Αθήνα.

Ναι, όσοι το έχετε ζήσει γνωρίζεται ότι η κόλαση δεν απέχει πολύ... Ξέρετε γι τι μιλάω... Που 35+ βαθμοί Κελσίου σε αναγκάζουν να μένεις σε ένα δωμάτιο με –αν είσαι τυχερός- air condition, η αλλιώς να βλαστημάς τους τόνους ιδρώτα που τρέχουν σαν ρυάκια από τους πόρους σου... Ναι σας βλέπω με αυτό το πικραμένο χαμόγελο, τώρα που το διαβάζετε. Αυτό το χαμόγελο που μου λέει ότι και εσείς τα έχετε ζήσει. Η πόλη άδεια από γνωστούς, που σε ενημερώνουν με ευγένεια για το πόσο τέλεια είναι εκεί που πήγαν και πόσες γκόμενες, ή πόσους κούκλους έχει το μέρος που πήγαν, αναλόγως με το φύλο τους. Και εσύ εκεί. Γιατί έμεινες εδώ; Γιατί απομονώθηκες; Όποια και να είναι η αιτία, ανασαίνεις λίγο από το μειωμένο καυσαέριο της Αθήνας, (ναι, το μετρό κάνει καλή δουλειά... και επιπλέον δεν έχει και πολλά αμάξια) αναπνέεις λέω, και από το δωμάτιό σου μπαίνεις στο ίντερνετ. Νιώθεις μουχλιασμένος (/νη) μέχρι το κόκαλο... χάλι... Τουλάχιστον όμως διαβάζοντας ένα τέτοιο κείμενο ξέρεις ότι δεν είσαι το μόνο άτομο... Όσο μικρή παρηγοριά και αν αυτή είναι... Άντε και καλά μπάνια ιδρώτα.

A moderatively happy life

Ο ντετέκτιβ μύρισε το δάχτυλο του. Η άσφαλτος είχε καεί δυο φορές από τα ίδια λάστιχα. Κάποιος είχε κάνει δυο χειροφρενιές, με λάστιχα Ubex. Και αυτό είχε συμβεί κατά την ολιγοήμερη απουσία του από την πόλη. Οι διακοπές του, του έβγαιναν ξινές. Τι ήθελε και διάλεξε τη ζωή του ντετέκτιβ; Ίσως ήθελε να πει κάποτε, «Αγαπητέ Γουάτσον, είναι προφανές: την πουτ6ι6@με» ή ίσως πίστευε πως τα φιλμ νουάρ έκρυβαν μέσα τους μια αλήθεια.

Δεν το γνώριζε. Αυτό που γνώριζε ήταν ότι όφειλε να καταλάβει τι συνέβη και να διαλευκάνει το αίνιγμα ετούτο, όπως το Αριέλ διαλευκάνει τα λερωμένα ρούχα.

Ήθελε να πάει για μια μπύρα, να πιει με τους κολλητούς, να τους πει πως πέρασε. Αλλά κοίταζε το γκρεμό μπροστά του εκείνη την στιγμή. Αποτέλεσμα? ΑΝ ΔΕΝ ΚΟΙΤΑΣ ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΠΑΣ, ΘΑ ΠΑΣ ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΚΟΙΤΑΣ όπως είχε πει κάποτε και κάποια.

Λοιπόν. Να πω και δυο πράγματα σοβαρά. Η αλήθεια υπάρχει και είναι υποκειμενική. Αλλιώς τα βλέπει ο καθένας μας τα πράγματα... Πολλές φορές αλλιώς βλέπουμε τα πράγματα δυο διαφορετικές χρονικές στιγμές. Ότι συμπεράσματα και αν βγάζουμε, δεν είναι ποτέ σίγουρα. Αλλά ένα είναι σίγουρο. Τώρα. Αυτή τη στιγμή. Διάβασες το κείμενο μου. Μάλλον δε σου προσέφερε τίποτα. Αλλά αν είσαι στις μαύρες σου να ξέρεις ότι, ό,τι γράφηκε πιο πάνω σχετικά με την αλήθεια ισχύει. Το πως νιώθεις είναι υποκειμενικό. Εξαρτάται από ποια οπτική γωνία το αντιλαμβάνεσαι. Για τον λόγο αυτό άλλαξε λίγο οπτικές γωνίες, βγες έξω, μίλα με άτομα ξεχασμένα μα συμπαθή. Ίσως από μια άλλη γωνία η ζωή σου ομορφύνει, και ίσως καταφέρεις να κρατήσεις την οπτική γωνία αυτή...

Η νοοτροπία του χαζαπλάστ.

Όλα στη ζωή, όλα όσα πονάνε, μας ζορίζουν, μας βασανίζουν, όλα αυτά πρέπει να αντιμετωπίζονται ως ένα χαζαπλάστ.

Όταν το τραβάς πονάει, μπορεί να σου βγάζει και τρίχες, αλλά με μία γοργή κίνηση και έναν ακαριαίο πόνο που περνάει γρήγορα, η υπόθεση έχει λήξει.

Μπορείς να το βγάλεις και με μεγάλη υπομονή, με οινόπνευμα, με χίλιους δύο αργά βασανιστικούς τρόπους, μπορείς και να μην το βγάλεις καν.

Όμως (και εδώ επικαλούμαι την δύναμη της μαζικής υποταγής) όλος ο κόσμος ξέρει ότι τα χαζαπλάστ τα βγάζουν με μια γρήγορη κίνηση και τελείωσε. Πάπαλα. Φινίτο. Και ότι θέλει ας γίνει. Έτσι δεν κουράζεσαι λέγοντας ένα σορό πράματα όπως αν και εφόσον και γιατί και τότε. Ξεκάθαρα πράγματα. Βουρ στο πατσά. Χοπ χοπ. Αν σου αρέσει μια κοπέλα της το δείχνεις. Αν έχεις κακά νέα να ανακοινώσεις, τα λες. Μια στιγμή είναι.

Αλλά ο συμβολισμός δεν είναι μόνο εδώ. Αν ξεκολλήσεις απότομα το χαζαπλάστ πριν έχει κλείσει η πληγή πλήρως, τσάμπα κόπος.

Αντίστοιχα, αν δεν έχεις αυτοενημερωθεί/ ξεκαθαρίσει μέσα σου/ κάτι τέτοιο, την κατάσταση στην οποία θα εφαρμόσεις τη μέθοδο του χαζαπλάστ, τότε... τσάμπα κόπος.

Ακόμα, αν στεγνώσει η πληγή και η κρούστα κολλήσει στο χαζαπλάστ πριν το αφαιρέσεις, δεν μπορείς να το βγάλεις με τη βία χωρίς να κάνεις τα πάντα χάλια. Και να λερώσεις τα ρούχα σου με αίμα πιθανά. (εξηγώ την αναλογία απλά επειδή μου αρέσει να διαβάζω τι γράφω. Δεν είναι ανάγκη να το διαβάσετε αν βαριέστε... δεν σας έβαλα το μαχαίρι στο λαιμό. Ακόμα.)

Αντίστοιχα λοιπόν, αν η υπόθεση έχει ξεχαστεί, θεωρηθεί επεξηγημένη ενώ δεν είναι, αφεθεί ελεύθερη να τρέχει γυμνή στους (όπα λάθος) (ας το ξαναπάρουμε αυτό. Κάμερα, έτοιμοι?
Action) να αφεθεί έλεγα η κατάσταση ανεξήγητη, χωρίς πλαίσια, τότε όταν χρειαστεί να βγάλεις το χαζαπλάστ, φίλε είναι αργά.

Το χαζαπλάστ λοιπόν θέλει την ώρα του και τον τρόπο του για να βγει. Και τα πράγματα που κάνουμε στην ζωή μας, θέλουν να γίνονται με αποφασιστικότητα την στιγμή που πρέπει.

Τι κουραστικό κείμενο είναι ετούτο? Έλεος. Το διαβάσατε όλο? Τέσπα. Δε τα λέω εγώ αυτά. Εγώ που να ξέρω? Εγώ απλά καθαρίζω λεκέδες από μουσακάδες που δε λένε να φύγουν από τη μνήμη μου (ένα άτομο ξέρει). Ευχαριστώ που αντέξατε την παράνοιά μου. Η θεωρεία του χαζαπλάστ παίρνει και άλλη ανάλυση, αλλά καθώς το μάθημα το χρωστάω, θα σας το αναλύσω, αν και εφόσον το περάσω και κάνω κέφι. Ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια. Μικρός έλεγα τα χαζαπλάστ ζαχαροπλάστ. Να είστε καλά.

Sunday, April 23, 2006

Χριστός εγώ, Αληθώς εγώ.

Χρόνια μου πολλά και ευτυχισμένα!

Ματς μουτς!

Ναι, από μικρός που ήμουνα, μέχρι σήμερα, η ημέρα του πάσχα δεν έχει αλλάξει. Είναι μια μέρα όπου, εκτός από το απίστευτο σάλιομα των μάγουλών μου, βαριέμαι/ μελαγχωλώ/ κάτι τέτοιο, αφόρητα.

Ίσως υπερβάλω λίγο, αλλά ας κάνω μια ιστορική αναδρομή, να καταλάβετε και εσείς λίγο τον πόνο μου. (μικρός μεν ο πόνος μου σε σχέση με πόνους πραγματικούς, αλλά πόνος none the less).

Γεννήθηκα προ αρκετών χρόνων εν ελλάδι, (καμία σχέση με τη διαφήμιση της Κρέτα φαρμ), ως ένα βεβιασμένο μωρό. & μήνες και 2 εβδομα΄σες κοίησης. Από τότε ήμουν φαίνεται βιαστικός και περίεγος... (όχι σε όλα βιαστικός, να μην παρεξηγούμαστε...). Το ζήτημα είναι ότι τον παππού μου, τον έλληνα, τον λέγανε Ανέστη. Δυο γιούς και τρεις κόρες είχε, και δεν αξιόθηκε κανένας να κάνει συνεχιστή του άξιου ονόματως των {το επίθετο λογοκρήθηκε, για να έχω το προνόμειο της ανονιμίας –τι σκατά το έχουμε το ιντερδύχτη δηλαδή;}. Ο πατέρας μου λοιπόν, είπε στην μάνα μου πως έχουν τα πράγματα εδώ στην ελλάδα, η μάνα μου δεν ήθελε το παιδί να βγει Ανέστης, -και τη κατανοώ απολύτως δεν μου αρέσει το όνομά μου- και έτσι βρήκε ένα παραθυράκι ελπίδας. Δεν ήθελε να χαλάσει το χατίρι του πατέρα μου, που δυψούσε για πατρική αναγνώριση –ήταν βλέπετε ο δεύτερος γιος και ο πατέρας του –βασικά σταματώ τα οικογενιακά μου εδώ δε θα σας ζαλίσω. Το θέμα είναι ότι έχω δύο ονόματα: Αναστάσιος – Αλέξανδρος. Το Αλέξανδρος –το οποίο πλέον εισαγάγω στις νέες παρέες μου γιατί μου ακούγεται πιο πολύ «εγώ»- είναι από τον γάλλο παππού μου, τον Ιωσίφ. Μη το ψάχνετε, εξήγηση υπάρχει, αλλά είναι μακροσκελής και άσχετη.

Ας επιστρέψω στο πάσχα λοιπόν, αυτήν την ευραϊκή γιορτή που πήρε και ο χριστιανισμός. Η πρώτη μου ανάμνηση από τη γιορτή αυτή, ήταν μια λαοθάλασσα στη γειτονιά μου, με αναμένες λαμπάδες και ένας παπάς να φωνάζει το όνομά μου, και έπειτα όλοι να φωνάζουν το όνομα μου και να μην ξέρω που να απαντήσω. Έπειτα έρχισε το σάλιωμα... Πρέπει να κύλησαν αρκετά χρόνια πάνω κάτω στο ίδιο μοτίβο, χωρίς όμως να γυρνάω σαν το σπαστικό γύρω γύρω ένω ο κόσμος έλεγε τις ευχές του.

Ήρθε το δημοτικό, έμαθα για τους αγίους και το χρηστούλη, και καθώς από όσο θυμάμαι τον εαυτό μου, μου άρεσαν οι ιστοριούλες, τα παραμύθια και τα συναφή, και ήμουν αρκετά αθώος και καλοπροέρετος (αυτά τα τελευταία έχουν χαθεί σε μεγάλο βαθμό το πρώτο και αρκετά το δεύτερο –ή έτσι θέλω να πιστεύω), καθώς ήμουν λοιπόν παραμυθόπαιδο, μου άρεσε ο θεούλης. Αν και βαριόμουν να μένω ακίνητος στην εκκλησία, μου άρεσαν οι εικόνες, μου άρεσαν τα κεριά, μαστούρωνα και λίγο με το λιβάνι, κάπως τα άντεχα. Οι γονείς μου δεν με πίγαινανε εκκλησία τα σαββατοκύριακα, αλλά τον σταυρό μου στο τραπέζι έπρεπε να τον κάνω, και το πάσχα πηγαίναμε επιτάφειο και ανάσταση.

Ήρθε το γυμνάσιο, και μαζί του ήρθε και η χαλιναγώγιση της φαντασίας και η λογική (η ποιά;). Όπα ρε φίλε εδώ η θρησκία αντιφάσκει. Όπα ρε φίλε γιατί το ένα και όχι το άλλο; Γιατί π.χ. να μην είναι ο αλάχ ο ένας και οναδικός θεός; Αν είχα γεννηθεί άραβας τι σκατά θα γινόταν;

Εκεί κάπως με χάλασε η εκκλησία. Με χάλασε και η θρησκευτικού, γιατί δεν μπορούσε να μου απαντήσει παρά με δογματισμούς. Η γυναίκα πίστευε, αλλά μάλλον δεν είχε ακουστά το δικαίομα της ανεξιθρησκείας. Ούτε και οι συμαθητές μου, μου φαίνεται. Μέχρι το πρώτο έτος στο πανεπιστήμιο, μόνο ο κολητός μου και 2 άτομα ήμασταν άθεοι κατά τη γνώση μου. Α! Και ο πατέρας μου. Η μάνα μου νομίζω πως πιστεύει και δεν πιστεύει.

Τελικά πάντως η θρησκεία συνέχισε και συνεχίζει να με ενδιαφέρει. Η πίστη μου ράγισε, θρηματίστηκε και ψόφησε, αλλά συνεχίζει αν με ενδιαφέρει. Θαυμάζω τα άτομα που πιστεύουν, και τα ζηλεύω. Έχω πλέον εκλογικεύσει την θρησκεία όσο δεν πάει, και δεν υπάρχει επιστροφή.

Όμως οι περισότεροι σήμερα, και του χρόνου και κάθε πάσχα, υποκρίνονται. Με πονάει αυτή η υποκρισεία. Με πονάει αυτή πλαδαρότητα και το γάντζωμα σε αξίες που δεν τηρούμε πλέον. ΥΠΟΚΡΙΣΕΊΑ.

Και κάθε χρόνο, χωρίς νόημα, μου εύχονται χωρίς να το σκέφτονται χρόνια πολλά. Χα. Νιάστηκα για τις μηχανικές ευχές σας. Ούτε την καλημέρα σας δεν αντέχω πια, αφού δεν είναι ευχή πλέον, μα μηχανική αναπαραγωγή ήχων. Τυποποιημένα πρόβατα.

Είχα δεν είχα ξέφυγα πάλι. Πάντα το παθαίνω μου φαίνεται, εκτός και εάν γράφω μόνο λίγες γραμμές.

Την ανάσταση φέτος μετά από τρεία χρόνια την έκανα έξω. Δεν κοιμήθηκα. Πήγα με τους γονείς μου, και είδα τον πατέρα μου να νοσταλγεί, και την μάνα μου το ίδιο, είδα τον πόνο τους μπορστά στην αλιομένη πίστη. Είδα δάκρυα, αληθεινά. Οι άπιστοι, πιο πιστοί από τους ψεύτες τριγύρω μου. Με μαρκί μαλί φέτος, -δεν μου τα κάψανε, πάλι καλά- με ρούχα μαύρα, έκανα ξανά παρατηρήσεις, θυμήθηκα καταστάσεις. Δεν ξέρω γιατί το πάσχα μου χαλάει τη διάθεση. Μάλλον γιατί πάμε για το σούβλισμα, σε μια συμάζοξη που δεν επέλεξα να πάω, σε μια γιορτή μιας πίστης που δεν επέλεξα να ακολουθώ, με ένα όνομα που δεν επέλεξα, και τώρα αλλάζω. Μάλλον η υποκρισεία που τις μέρες αυτές είναι πιο εμφανείς με ενοχλεί. Την προτιμάω κριμένη, να μην τη σκεύτομαι. Όπως και να έχει, σας εύχομαι, πραγματικά, να κρατήσετε, ή να βρείτε μια πίστη και μια εσωτερική γαλήνη, και να είστε πραγματική. Αυτά και χρόνια ευτυχισμένα και πολλά.

Αμήν.

Saturday, April 15, 2006

Η ζωή είναι ένα μακρύ ήρεμο ποτάμι.

Έτσι ισχυρίζεται μια από τις ομορφότερες γαλλικές ταινίες που έχουμε σπίτι. Και καθώς μου αρέσουν οι όμορφοι τίτλοι στα γραφόμενά μου, και αυτός είναι και όμορφος, και ψαροτικός, τον δανείστηκα.

Τα νέα μου πριν προχωρήσω παρακάτω: α) πρέπει να διαβάζω για τη σχολή. β) πρέπει να διαβάζω για τα ιδιέταιρα που πλέον παραδίδω ( πανεπιστημιακού επιπέδου, μαθηματικά παρακαλώ). γ) πρέπει να κάνω γυμναστική γιατί είμαι εθισμένος στις ενδορφίνες που παράγει ο οργανισμός κατά την άθληση. δ) πρέπει να βρω κοπέλα, γιατί τα νερά του ήμερου ποταμού μου θα αρχίσουν να βράζουν σε λίγο αν συνεχίσω έτσι. ε) πρέπει πρέπει πρέπει. Τα βαριέμαι τα πρέπει. Γενικά βαριέμαι. Ο κολιτός μου μου πάσαρε ένα βιβλίο που τιτλοφωρείται «Η φιλοσοφία της βαρεμάρας». Με προειδοποίησε ότι είναι βαρετό. Θα σας ενημερώσω για το φλέγον αυτό ζήτημα σαν το διαβάσω.

Ας καταθέσω όμως, πριν διαβάσω το βιβλίο, τις θέσεις μου επί του θέματος, για να κάνω μια σύγκριση.

Α) Η βαρεμάρα είναι η κατάρα των σημερινών νέων.

Β) Η βαρεμάρα είναι το αποκρυστάλομα της έλυψης στόχου και κινήτρου σε μια κοινωνία ποθ μας παρέχει τα πάντα εκτός από το ζητούμενο. Ένα πλασματικό νόημα στις ζωές μας.

Γ) Η βαρεμάρα είναι συναφής με την τεμπελιά.

Ωραία. Τα έγραψα. Χμ...

Δεν έχω κάνει και πολύ χιούμορ σε ετούτο το ποστάκι...

Μάλλον βαριέμαι.

Πάντως η λύση στα περισότερα πράγματα, ανάμεσά τους και η βαρεμάρα είναι ο στόχος, και το χιούμορ. Η ζωή δεν έχει νόημα; Δεν το χιουμοριστικά βρε αδερφέ, είσαι μέρος του πιο αστείου θεατρικού έργου του παραδόξου. Βάλε έναν στόχο και προχώρα, όσο ηλίθιος και να είναι είναι ο μόνος τρόπος να δώσεις νόημα στη ζωή σου. Βαριέσαι; Μια από τα ίδια αλλά λίγο διαφορετικά. –ξέρ σας φώτισα- αναλύτικά: θα μπορούσες να ευχαριστηθείς τόσα πολλά πράγματα τι στιγμή που βαριέσαι. Βάλε στόχο να κάνεις κάτι, κάτι να καταφέρεις. Δες το σαν μια πλάκα. Δεν ακούγεται πιστικό ούτε καν στον εαυτό μου. Μάλλον φταίει που είναι γραπτό και για τον λόγο αυτό δεν μπορώ να το ακούσω. Ναι είμαι σίγουρος. Τέλος πάντων. Κλείνωντας να πω πως η βαρμάρα πρέπει να είναι αυτό που κρατάει το ποτάμι ήρεμο. Εδώ κάπου πάω να κάτσω να λιώσω στη βαρεμάρα, μούσα τόσων, και θα τα πούμε λίανα συντόμως. –αν έχει κάποιος σχέδιο για απόψε, ας μου στείλει μήνυμα, βαριέμαι να μείνω μόνος. (άλλο κι αυτό: να θυμηθώ να σας αναλύσω το παράδοξο της κοινωνικότητας, ανάγκη ή μαλακίες; Ακόμα πρέπει να αναλύσω το κατά πόσο γνωρίζουμε τι θέλουμε και τι είναι καλό και κακο. Αν δε βαρίεμαι...)

Tuesday, April 11, 2006

Ας πιάσουμε ένα ζήτημα βαρβάτο, ένα ζήτημα αγκαθινό...

Ναι, το μαντέψατε πολυ σωστά, πρόκειται για τον έρωτα. (όσοι μαντέψατε το κυπριακό ή τη μέθοδο αναπαραγωγής των ηλεκτροφόρων χελιών, λυπάμαι, δεν έχετε κληρονομικό χάρισμα.)

Αχ, πόσοι και πόσοι έχουν πιάσει στο στώμα ή στη πένα, ακόμα και στο πληκρτολόγιό τους, το ζήτημα αυτό... Όλοι με μια άποψη, μα κανείς δεν καταφέρνει να βγάλει κάποιο συμπέρασμα. Από την αρχαιότητα με τις τραγωδίες και τους μύθους τους, μέχρι τους Monty Python με το “Would you come over to my place bouncy bouncy?” και “My hovercraft is full of eels”, όλοι είχαν μια άποψη να κοτσάρουν. {παρεπιπτόντως τελικά όσοι μαντέψαν τη μέθοδο αναπαραγωγής των ηλεκτροφόρων χελιών, ίσως να έχουν κάποιο ψύγμα ενόρασης.}

Φαντάζομαι εσάς τους αναγνώστες μου. «Ωχ, άλλος ένας που θα πει βλακίες.» Ελπίζω να μην σας απογοητεύσω:

Τι είναι ο έρωτας?

Δύσκολη ερώτηση. Αυτό που λένε ερωτευμένος δεν είμαι σίγουρος αν το έχω νιώσει, και δεν είμαι σίγουρος αν υπάρχει ως απόλυτη έννοια, απαράλλαχτη από άνθρωπο σε άνθρωπο, εποχή σε εποχή, κατάσταση σε κατάσταση.

Δεν γνωρίζω τι είναι ο έρωτας. (ναι, ξέρω ότι το σεξ μετά συναισθημάτων χαρακτηρίζεται από πολλούς ως έρωτας, μα δεν νομίζω πως ισχύει.)

Ξέρω καλά τι είναι το επονομαζόμενο μεταφορικά «κόλημα».

Επίσεις νομίζω πως ξέρω τι είναι η αγάπη.

Όμως κολάω στον έρωτα. Να βάλεις ένα άτομο σε τέτοιο κομβικό σημείο του εγκεφάλου σου που οι ώρες τις ημέρας (και της νύχτας ακόμα περισότερο) να περιστρέφονται γύρω από την ιδέα του. Η απόσταση ανάμεσά σας να σου προκαλεί δυστυχία, η οπτική επαφή να είναι αρκετή να ξεχάσεις τα προβλήματα σου. Όλα αυτά τα έχω ζήσει ανάκτα ανα στιγμές, για πολλές διαφορετικές κοπέλες. Αυτό καταστρέφει την μοναδικότητα του συναισθήματος, μετατρέποντας το σε μια βαρετά και προβλέψημα εναλλασόμενη κατάσταση.

Ένσταση έχω στον ρομαντισμό που δίνουν οι ταινίες, οι λογοτεχνία, οι τέχνες γενικά στον έρωτα. Τον εξυμνούν και τον κάνουν κοινωνική ανάγκη. Τον παρουσιάζουν τόσο υπέροχα ροζ, και τόσο υπέροχα σημαντικό. Δεν μου αρέσει αυτό. Ο έρωτας είναι το τέλος της λογικής. Είναι υπέροχο, αλλά μόνο όσο είσαι με τον έρωτά σου. Και επιπλέον: το να είσαι ερωτευμένος δεν σημαίνει τη λύση όλων των προβλημάτων σου, όπως μας το σερβίρουν συνήθως. Το αντίθρτο μάλιστα ισχύει πιο συχνά.

Ακόμα έχω την εντύπωση πως ο έρωτας είναι εγωιστικό συναίσθημα, όπως βασικά όλες οι πράξεις μας κατά βάθος. Τις κάνουμε με απότερο σκοπό την προσωπική μας ευχαρίστηση, τις ενδορφίνες που παράγει ο οργανισμός μας.

Τέλος πάντων. Φρούδες κουβέντες από ένα άτομο απελπισμένο...

Μακάρι να γνώριζα τι είναι αυτό που ζητάω. Μακάρι να το ξέραμε όλοι μας το τι ζητάμε.

Καλή συνέχεια άνθρωποι του πλανήτη που με αναγνώσατε. Ευχαριστώ.

Μη κάνεις σήμερα ότι μπορείς να κάνεις αύριο...

Τα νεύρα μου. Δεν μπορώ να αλλάξω τα links μου. Είμαι σκράπας εκ προθέσεως σε τέτοια πράγματα. Τεσπα. Αύριο, καθώς σήμερα είχα έμπνευση, θα ποστάρω.

Monday, April 10, 2006

Νομίζω ότι αν η δημιουργεία του κόσμου έγινε από κάποιον θεό, με προσωπικότητα και νόηση όπως τον παρουσιάζουν οι περισότερες θρησκίες -αν και υπάρχουν εξεραίσεις, όπως αυτή που πιστεύει ότι το σύμπαν δημιουργήθηκε από ένα τεράστιο μακαρόνι- όπως έλεγα, αν ο κόσμος είχε δημιουργηθεί από κάποιο Θεό με νόηση, τότε θα είχε γίνει κάπως έτσι:

ουυυυυυυφ.

Μια πνοή.

Τίποτα άλλο.

Απόγνωση, βαρεμάρα, αυτολύπηση.

Όλα αυτά γιατί θα ήταν ένα άτομο μόνο, που θα τα ήξερε όλα, και που δεν θα είχε τι να κάνει.

Δυστυχώς δηλώνω άπιστος ως προς την ύπαρξη ανώτερου δημιουργού όντως -το ον του όντως δεν είναι?- το οποίο να είχε πρόθεση να μας δημιουργήσει. Δεν μου στέκει. Πιότερο μου στέκει να ήμαστε εμείς τυχαιροί, παρά αυτό.

Παρ' όλα αυτά, να, μια στιγμή τώρα ένιοσα μόνος. Κουρασμένος.

Δεν μου είναι δύσκολο να φανταστώ το Θεό να δημιουργεί τον κόσμο του ως ένα περίεργο Blog όπου γράφει τις ιστορίες του... ιδικά τώρα με το πρώτο μου post.

Εδώ θα γράφω κάθε φορα που νιόθω άσχημα. Γράφω κυρίως για τον εαυτό μου, για να γελάσω με τη μιζέρια μου και να την ξορκίσω. Όμως ξέρω πως λίγα άτομα που με ξέρουν θα το διαβάσπυν. Καλό κουράγιο σε ένα συντροφικό ταξίδι στη μοναχική μου βαρεμάρα λοιπόν...