Thursday, August 31, 2006

Αθλιότητες μίρλας.

Άλλοι. Πόσο ήρεμη είναι η ζωή μας χωρίς τους άλλους. Ο εαυτός μας, μόνος του, δεν βασανίζεται. Δεν έχει μέτρα σύγκρισης τους άλλους. Το ζήτημα αρχίζει από την πιο μικρή ηλικία. Σου λένε τι πρέπει να περιμένεις από τους άλλους και από τον εαυτό σου. Το βλέμμα απογοήτευσης των γονέων όταν δεν έφερες τους βαθμούς που ήθελαν, ενώ ο Ηλίας, που διαβάζει παραπάνω από εσένα έφερε εικοσάρια... Ο Ηλίας που σου θυμίζει πως πρέπει να κάνεις κάτι δυσάρεστο και για να είσαι η κορυφή δεν αρκεί μόνο το ταλέντο. Χρειάζεται δουλειά. Και στο Λύκειο, αυτοί οι συμμαθητές σου που είναι δημοφιλείς και αλλάζουν κοπέλες συνεχώς. Υπενθύμιση πως εσύ δεν τα καταφέρνεις και τόσο καλά ούτε εκεί. Και ο κόσμος σε κοιτάει και σου λέει: «έχεις αυτά τα χαρακτηριστικά, άρα περιμένω τέτοιες αποδόσεις.». Είτε πετυχημένος, είτε αποτυχημένος, ο κόσμος έχει προσδοκίες από εσένα, και όταν δεν καταφέρνεις να τις ξεπεράσεις, νιώθεις ότι τον προδίδεις, και μαζί τον εαυτό σου. Και σταματάς να συμπαθείς ένα σωρό άτομα που ουδέποτε σου έχουν κάνει κακό. Αλλά μέσα σου ζηλεύεις υποσυνείδητα τα θετικά τους στοιχεία, και αντί απλά να αποδεχτείς ότι σε έναν κάποιο τομέα είναι καλύτερα, τα θεωρείς μια συνεχή υπενθύμιση του τι θα μπορούσες να είσαι, και τι στην ουσία είσαι. Αλλά αλήθεια φταίνε αυτοί; Όχι. Την ευθύνη την έχεις ο ίδιος. Πρέπει να ωριμάσεις και να κοιτάξεις πραγματικά αν σε πειράζει που δεν πληρείς τις προσδοκίες του κόσμου. Πρέπει να αποφασίσεις τι θα κάνεις με τον εαυτό σου και πόσο σημαίνον είναι να είσαι καλός σε κάθε τομέα. Όλα αυτά τα πρέπει τα γνωρίζεις, αλλά αλήθεια δε σε πειράζουν γιατί μπορείς πάντα να τα αφήσεις ως πρέπει, σαν στόχους μακρινούς, φανταστικούς. Και έτσι τον κόπο θα γλιτώσεις να εργαστείς και να αλλάξεις. Και κάθε φορά, κουρασμένος από τα σχέδιά σου τα μελλοντικά, να διαβάσεις, να δουλέψεις και να βρεις κοπελιά, το σώμα να γυμνάσεις, και να μορφωθείς γενικά, κάθε φορά που θα θέλεις από το σπίτι να βγεις, θα βλέπεις τον κόσμο, με τις προσδοκίες του, που τόσο καιρό απέφευγες να κοιτάξεις, γιατί δεν έχεις προσπαθήσει να τις εκπληρώσεις, και τελικά ξανά στην νωθρότητα, γεμάτος με τύψεις επιστρέφεις. Χαραμίζοντας τη ζωή μας χτίζουμε προσωπικότητες και πολύπλοκες περσόνες, που ποτέ δε θα είχαμε αν απλά ευχαριστιόμασταν την κάθε στιγμή.

Sunday, August 27, 2006

Κανόνες του βλογαρίσματος.

Α) Όπως και με τις κοπέλες. Μην ποστάρεις/ στέλνεις μηνύματα μετά τις 1 το βράδυ. Στο βλογ το αποτέλεσμα είναι το προηγούμενο ποστ. Με τις κοπέλες είναι η καταστροφή της κατάστασης που νομίζεις ότι έχεις φτιάξει.

Β) Ξαναδιάβαζε αυτά που γράφεις. Είναι η διαφορά ανάμεσα σε ένα στρουμφάκι και το πραγματικό δελφίνι, η διαφορά που υπάρχει ανάμεσα σε έναν βλόγερ που ξαναδιαβάζει τι γράφει, και κάποιον που απλά ποστάρει ό,τι σκεφτεί.

Γ) Μη δημιουργείς κανόνες για το βλογάρισμά σου, μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τη δημιουργικότητα σου.

Δ) Μην παίρνεις καραμέλες από αγνώστους.

Αυτά. Και μην ξεχνάτε, να πλένετε τα χέρια σας μετά από κάθε πλύση των χεριών σας.

Mainstream Movies and Me: Don’t mix and match…

The pirates of the Caribbean. (Αι {αιμοδιψείς} πειρατές της Καραϊβικής)

Οποιαδήποτε ταινία του Tarantino. (Quentin)

Ταινίες με τον Adam Sandler.

Τι κοινό έχουν όλες αυτές οι ταινίες; Με απογοήτευσαν. Οικτρά. Ολοκληρωτικά. Πλήρως. Και εντάξει για τις ταινίες του Sandler. Κανένας δεν αντέχει να τις δει. Εκτός από τους Αμερικάνους. Αλλά τις άλλες ταινίες; Είχα ακούσει τις καλύτερες κριτικές όμως για τις άλλες ταινίες. Αριστούργημα. Μια ρεαλιστική πειρατική ταινία δράσης. Φανταστικό χιούμορ. Συγνώμη. Πού στο διάτανο τα είδατε αυτά; (αυτά ήταν σχόλια στους Πειρατές της Καραϊβικής παρεπιπτόντως...) Όσο για τον Que- ντίνο μας, είναι αδύνατον να κατανοήσω γιατί ο κόσμος αρέσκεται στις ταινίες του. Καταλαβαίνω θεωρία του χάους, αλγορίθμου και πολυπλοκότητα, Πραγματικές αναλύσεις και Τοπολογίες, αλλά μπροστά στις ταινίες αυτές και την δυσανάλογη τους φήμη, μένω λίγο μαλάκας.

Τώρα που έκανα εκατό εκατομμύρια εχθρούς, μπορώ να φύγω από το βλογ μου χαρούμενος ότι ικανοποίησα τις μαζοχιστικές μου τάσεις.

Friday, August 25, 2006

Ξενέρωτος by choice

Είμαι ξενέρωτος. Δεν θέλω να πάω σε κλαμπ να χορέψω, παρά αν είναι να πάω κάποτε σε κανένα 60es και να χορεύω Ra Ra Ra spoutin he’s a Russian love machine και άλλα τέτοια. Δεν μου αρέσει να συζητάω για αμάξια και ποδόσφαιρο. Ξέρω αρκετά και για τα δύο για να κάνω μια συζήτηση, αλλά δεν θέλω. Δεν μου αρέσουν οι in προορισμοί, και οι υποχρεωτικοί καφέδες σε μαγαζιά με κόσμο. Θέλω μια παρέα από φίλους και ξέρω πως είναι να έχεις μια παρέα, αλλά θέλω μια παρέα από φίλους και φίλες τέτοιους και από την στιγμή που δεν υπάρχουν για μόνιμη βάση τέτοιες παρέες, αφού όλοι κάποια από τα παραπάνω θα θέλουν να τα κάνουν, δεν κάνω συχνά παρέα με πολλά άτομα. Θέλω να παίζω ουίστ και χαρτιά, σκάκι και να διαβάζω βιβλία, να κάνω μπάνια σε απομακρυσμένες παραλίες και βόλτες και οτοστόπ, να περπατάω με τις ώρες και να κοιμάμαι καλά. Θέλω να έχω και κοπέλα εντός μιας τέτοιας παρέας. Θέλω να πάρω ένα πλοίο και να αλωνίσω τις θάλασσες. Θέλω να γελάω και να λεω ατάκες από το πρωί έως το βράδυ. Θέλω να κάνω γυμναστική και να μην έχω μια έγνοια στο κεφάλι μου. Θέλω να πιω αρκετά ώστε να έχω κέφι αλλά να μην πονάει το στομάχι μου. Θέλω να κάνω βραδινά μπάνια. Θέλω να βγάζω φωτογραφίες και να γυρνάω βιντεάκια. Θέλω να κοιμάμαι και να μην με σκοτώνει η ζέστη ή η σκόνη, να μην με πιάνει το άσθμα. Θέλω να είμαι ήρεμος. Θέλω ένα σωρό πράγματα. Πολλά από αυτά τα έχω, τα είχα ή μπορώ να τα έχω. Αξίζει να είμαι πλεονέκτης και να τα θέλω όλα; Αξίζει για αυτά να γίνομαι ξενέρωτος;

Αξίζει.

Wise man said...

My name?

It has been forgotten by all kid. Even me. A long time ago, even before my death, I had known that you would ask me that. But to reply you, I cannot. The words fail me.

I am not your father, so do not look into your heart.

I am not a rich man, only a noble soul, traveling this world.

Come and sit and drink with the old man who is a kid,

Come have a drink with the mumbling fool who knows too much.

Learn from his lack of words, for I will never speak true or even speak.

All I do is write.

Inconsequential continuance of words scribed without thought.

Why, there is wisdom in madness, don’t you believe?

Now, sorry for saying but I have to leave.

Savor the moment, savor your loneliness youth, for it is a gift, the only one precious enough for me to give you…

Thursday, August 24, 2006

Κάθαρση No 37

Ημέρες πριν τον όλεθρο της διπλής εξεταστικής: τρεις.

Ψυχολογία του γράφοντος: περίπου φυσιολογική.

Διάβασμα. Πολύ διάβασμα. Και κούραση. Αυτό πιθανότατα να είναι το πρώτο post το οποίο θα διαβάσουν παραπάνω από τα 4-5 άτομα που πιστεύω ότι με διαβάζουν τακτικά. Τραγική αρχή για κάτι τέτοιο. Πιθανά υποσυνείδητα να μην επιθυμώ να με διαβάσει κόσμος. Αλήθεια, πόσα δίνουμε για τους εαυτούς μας στα βλογ. Είναι σαν να εμπιστευόμαστε αγνώστους με τους φόβους και τις ελπίδες μας, από την απελπισία μας ότι κανείς δεν πρόκειται να θέλει να τους ακούσει αλλιώς. Απρόσωποι κρυβόμαστε μπροστά από μια οθόνη, και δείχνουμε όσα πιθανόν δεν τολμάμε να δείξουμε αλλιώς. Αναθεματισμένα «πρέπει» φαίνεται να μας οδηγούν στην καθημερινότητά μας. Το παράκανα με το βάθος αυτών που λέω, ας το "ρηχήνουμε" λιγάκι. Κρίμας, σκόπευα να μιλήσω για τον Κ. Καρυωτάκη...

Για όσους λοιπόν δε σιχάθηκαν ήδη το γράψιμό μου, καλώς ήρθατε.

Όχι δεν είναι αρκετά ρηχό. Ούτε καν αστείο. Φαντάζομαι πως δε γίνεται να είσαι πάντα έτσι. Δε θα έπρεπε να νιώθω άσχημα και δε νιώθω βασικά, αλλά τώρα που μου πέρασε η κρίση άσθματος / βρογχίτιδα, από τις διακοπές, και συνειδητοποίησα ότι ήταν οι πιο πετυχημένες από τότε που πήγα πανεπιστήμιο, γίνομαι πλεονέκτης ξανά.

Θέλω να γράψω και δε μου βγαίνει.

Ομοιοκαταληξίες περνάνε από το νου μου, μα καμία δε με συγκινεί.

Η κάθαρση, πιστή συνήθως στη συγγραφή μου, σήμερα απουσιάζει.

Τι να προσμένει;

Γραμμή τη γραμμή τη σελίδα γεμίζω, προσπαθώντας από συνήθεια ίσως, να γεμίσω ένα κενό που αυτήν τη στιγμή είναι γεμάτο.

Και δεν ξέρω γιατί, λέξεις, γνωστές, με προκαλούν να τις αναπαράγω:

«Δε φοβάμαι τίποτα, δεν ελπίζω τίποτα, είμαι ελεύθερος»

Και ως συνήθως, η συγγραφή, με σώζει και μ’ ανυψώνει. Τελικά να! Ανάγκη δεν υπήρχε.


Sunday, August 20, 2006

Ο Πίτερ, ο Γιόχαν και ο Γιωργάκης.

Αυτό το πόστ είναι απάντηση σε αυτό εδώ...

Ο πόλεμος, χωρίς να είμαι πολεμοχαρής άνθρωπος, και παρ' όλο που έχω χάσει φίλους στον τελευταίο πόλεμο στον Λίβανο, πιστεύω πως, πολλές φορές, είναι αναγκαιότητα. Θα μου πεις, τι; Δεν μπορούσαν να ζήσουν μια χαρά οι Ισραηλινοί και τους Λιβανέζους δίπλα τους; Μπορούσαν. Αλλά μπορούσαν μόνο στην μικρή σκάλα θεώρησης των πραγμάτων. Αυτοί που έχουν την εξουσία είχαν χιλιάδες λόγους να κάνουν αυτόν το πόλεμο, όπως και χιλιάδες λόγοι θα συνεχίσουν να υπάρχουν. Για να αναφέρω επιγραμματικά μερικούς, η επίδειξη δύναμης, η απόκτηση νέων εδαφών για το κράτος τους που «πιέζεται» από όλους τριγύρω και είχε «ανάγκη» από λίγο χώρο να «ανασάνει», να χρησιμοποιηθούν τα όπλα που το ίδιο τους το κράτος παράγει, να επωφεληθούν των κινήσεων που κάνει η Αμερική για τον «νέο χάρτη» της μέσης ανατολής, να δικαιολογήσουν την πολυετή στρατιωτική εκπαίδευση των νέων της χώρας, και να αποσπάσουν την προσοχή του λαού από άλλα προβλήματα. Και αυτά είναι μόνο όσα σκέφτηκα στα πρόχειρα. Είμαι σίγουρος ότι υπάρχουν άλλες τόσες, μεγαλύτερης «σημαντικότητας» αιτίες που προκάλεσαν τον πόλεμο αυτό. Όσο για της αφορμές, ιδέα δεν έχω ποιες ήταν. Μια ημέρα κηρύχτηκε ο πόλεμος. Αυτό ήταν. Σίγουρα θα υπήρχαν πολλές αφορμές.

Τώρα όμως έρχομαι στο άλλο ζήτημα. Στην φωτογραφία που έχεις βάλει, ο Γεώργιος ο γλάστρας, ο εξ ημών πλανητάρχης, φοράει το ένα δαχτυλίδι. (Άθλιο ακούγεται στα ελληνικά. Πάμε πάλι...) The One Ring. Προφανώς όμως αυτό δεν ισχύει, γιατί αν το φόραγε θα ήταν αόρατος. Θα μου πεις ίσως να πιάνει, αλλά να λειτουργεί λίγο διαφορετικά. Ο Γιωργάκης, ποτέ δεν ήταν ιδιαίτερα έξυπνο παιδί. Σε αυτό συμφωνούμε όλοι. Λίγο geek, λίγο φλώρος, πολύ παιδί του μπαμπά, όλο αρνητικά του βρίσκουμε όλοι. Τόσα φαίνεται που ξεχνάμε πως ο Γιωργάκης δεν είναι παρά μια μαριονέτα, και πως αν κοιτάς πολύ ώρα την μαριονέτα, ξεχνάς τον “puppeteer”, το χειριστή της. Συγνώμη, χρησιμοποίησα ενικό; Τους χειριστές της ήθελα να πω. Ίσως το δαχτυλίδι να τους κάνει αόρατους παραπάνω από τον χαζοχαρούμενο άνθρωπο που έχουνε απάνω και λένε ότι τους διοικεί. Τόσα άτομα, τόσες επιχειρήσεις και τόσοι μακροοικονομολόγοι, και κοινωνιολόγοι είναι από πίσω, τόσοι public relationship άνθρωποι. Σχεδιάζουν με βάση τους πόρους, με βάση πως θα ξεφορτωθούμε τους αμόρφωτους και δυσαρεστημένους ανέργους της Αμερικής (φαντάρε φαντάρε που πας;) που θα χρησιμοποιήσουν τα όπλα που παράγουν (καμπουυυυυυμ) και που θα διασφαλίσουν μεγαλύτερα κέρδη (ξαναχτίζω ότι γκρέμισα). Κατά αυτήν την έννοια, την έννοια ότι δεν τους βλέπουμε πουθενά αυτούς, ναι, έχετε δίκιο, ο Φρόντο τα σκάτωσε.

Βεβαίως η όλη στρατηγική της Αμέρικα, την καταστρέφει αυτήν την στιγμή σαν κράτος, αλλά στην ουσία νοιαστήκανε οι επιχειρήσεις. Έχουν υπολογίσει τα πάντα σχεδόν, και το μέγιστο κέρδος βγαίνει έτσι. Να πάτε όλοι να πνιγείτε. Τι και αν έτσι σώζεις την Ρωσία; Τι και αν δεν ετοιμάζεις άμυνα για την οικονομική εισβολή της Κίνας; Έχεις άλλα σχέδια για αυτά τα δυο κράτη.

Τώρα θα μου πείτε, ο πόλεμος αυτός με το Ισραήλ και τον Λίβανο δεν έχει να κάνει. Συμφωνώ. Απλά όπως διακρίνετε από το αρχικό link, απαντάω στον Μάρκο εδώ. Και το έχω κουράσει το όλο ζήτημα. Και να φανταστείς ότι κάποτε ο πόλεμος ήταν ένας τρόπος ελέγχου της πληθησμιακής αύξησης. Παραήμαστε πολλοί; Τσουπ, ένας πόλεμος, και χωράμε όλοι πάλι. Άσε που τα αρσενικά απελευθέρωσαν τεστοστερόνη με το κιλό. Όλα μέλι γάλα και αίμα... Καλή σας ημέρα, και είθε να μην βρεθούμε σε πόλεμο ποτέ.

Tuesday, August 15, 2006

Η γενιά του βλόγ.

Ή αλλιώς βλογάμε τα γένια μας, όποιος έχει τα γένια έχει και τα χτένια, και είμαστε ονειροπόλα παιδαρούδια που θέλουν κάπου να φωνάξουν αξίζω και δεν μπορούν.

Μην περάσετε την παραπάνω πρόταση – γιατί για πρόταση πρόκειται- στο ντούκου, έχει νόημα πέρα από το απίστευτο της χιούμορ.

Γιατί μιλάω για την γενιά αυτή, ιδέα δεν έχω. Θέλω να πω πως η ζωή μου είναι σκατά και τέλεια μαζί (ναι, κοπελιές merde et beaute πού λέγαμε) Άντε να μιλήσω πρώτα λίγο για αυτό.

Είμαι καταραμένος. Όταν γεννήθηκα και με βάλανε – όχι όχι έχω τόσο καιρό να γράψω και θέλω να πω τόσα πράγματα, πώς να διαλέξω;

Τη μία στιγμή είναι οι γυναίκες. Την άλλη πώς πέρασα το καλοκαίρι, κουραστικό ακόμα και όταν δεν δούλευα, την άλλη στιγμή απλά θέλω να σβήσω όλες αυτές τις προτάσεις που ακόμα δεν ξέρω αν θα διαβάσετε. Στροβιλίζομαι ανάμεσα σε αναμνήσεις ιδέες και συναισθήματα, πηδώντας αριστερά και δεξιά προσπαθώντας να τις αποφύγω, ελπίζοντας ότι δε θα με συνθλίψουν με την δύναμή τους. Παρ’ όλα αυτά θα πω ότι τα παραπάνω δεν είναι παρά μια εισαγωγή στο νοσοκομείο της ψυχής που είναι τα blog (βλογ).

-Γιατρέ είναι καλά;

-Είχατε καιρό να μας τον φέρετε. Ξέρετε πώς είναι αυτά τα πράγματα. Αν δεν τον παρακολουθούμε τακτικά μπορεί να σπάσει πάλι.

-Ωχ όχι γιατρέ! Πραγματικά δεν ξέρω πως ζούσε πριν σας βρει.

-Είχε φίλους που τους έβλεπε από κοντά φαντάζομαι, ή ήταν πιο αυτάρκης. Τώρα παρακαλώ φύγετε. Θα ασχοληθούμε με την κατάστασή του. Μπορείτε να τα δείτε όλα από εδώ, αλλά μην επέμβετε. Ούτος ή άλλως δεν είστε μόνο εσείς που θα κοιτάτε, τόσοι αναγνώστες μας διαβάζουν.

Ο Γιατρός, όπως ο συγγενής απομακρύνονται από το σημείο. Και οι δύο με το ίδιο πρόσωπο το δικό μου. Ο ένας πηγαίνει στο χειρουργείο να δει τον ασθενή –και πάλι εγώ. Ο άλλος, βγαίνει από το νοσοκομείο και κάθεται στα σκαλάκια, να κοιτάει τον κόσμο να περιφέρετε στο νοσοκομείο. Το αντίθετο από τις αφίξεις στα αεροδρόμια, οι αφίξεις στα νοσοκομεία. Αφίξεις από την μία. Εκεί που όλοι συναντιούνται ξανά και τα πρόσωπα φωτίζονται, όσο και αν μπορεί να τσακωθούν μετά, εκεί που νιώθεις ωραία που είσαι άνθρωπος, σχεδόν όσο όταν κοιτάς ένα ωραίο μωρό. Αφίξεις από την άλλη. Σειρήνες ασθενοφόρων, που φωνάζουν στις ψυχές μας πως είμαστε θνητοί. Πρόσωπα κλαμμένα, σάρκες σχισμένες. Βρομιά. Η τηλεόραση από μέσα στον θάλαμο αναμονής απ’ όπου έφυγε –δεν άντεχε τον καπνό- λέει για το τέλος ενός πολέμου, μιας γενοκτονίας. Αυτός, εγώ, κάθεται και βαριέται αγχωμένα. Περιμένει τον γιατρό μέσα.

Δε νιώθω τίποτα. Είμαι αναίσθητος. Δεν ξέρω αν είναι εκ φύσεως ή προσωρινό, ώσπου ο γιατρός, εγώ, να αφαιρέσει ότι με βαραίνει. Αλήθεια ποιος γιατρός έχει μακριά ξανθά μαλλιά; Τι χίπης. Γιατί τον εμπιστεύτηκα; Γιατί είναι ο μόνος που εμπιστεύομαι. Και ακόμα και τον εαυτό μου δεν εμπιστεύομαι πλήρως. Σιγά σιγά μπαίνω σε λήθαργο.

Ονειρεύομαι το ταξίδι στη Θεσσαλονίκη. Σαν μια ματιά σε μια παράλληλη πραγματικότητα που θα μπορούσα να είχα ζήσει. Θα μπορούσα άραγε; Άσθμα. Κανονικό και ψυχολογικό. Τι ωραίες υποσχέσεις που έχει η πόλη αυτή. Είμαι ρεαλιστής όμως. Πονάει, αλλά εφαρμόζω τη μέθοδο του χαζαπλάστ, (οι πιστοί ξέρουν...) και συνεχίζω να ζω. Ίσως στο μέλλον στίχοι από τα ποιήματά μου διαρρεύσουν στον κόσμο. Αυτό ήταν το μόνο αμιγώς καλό πράγμα της τελευταίας επίσκεψης.

Γύρισα από Θεσσαλονίκη. Διάβασα. Κουράστηκα γρήγορα λόγο του χαζαπλάστ. Και έπειτα δεν άντεξα άλλο. Πήγα διακοπές. Κάμπινγκ. Στην Αμοργό. Κάτι φίλες ήταν εκεί.

Ωραίο νησί, καλή παρέα, αλλά και πάλι δεν ξέρω γιατί βάζω προσδοκίες που δεν επιτυγχάνονται, και δεν απολαμβάνω απλά τις στιγμές ζωής που έχω;

Ένα φως. Δεν είμαι καλά, ζαλισμένος.

Ακούω τον γιατρό να λέει κάτι στο συγγενή:

Δεν τα καταφέραμε αυτήν την φορά. Το ηθικό του ακόμα πλανάται. Αυτό το τελευταίο χαζαπλάστ πόνεσε, και ο ίδιος είναι σε περίεργη φάση. Ελπίζουμε να μην χειροτερεύσει, αλλά προς το παρών δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι παραπάνω. Η γενιά του βλογ δεν μπορεί να γιατρεύσει τα πάντα, από την μοναξιά μέχρι και την κούραση έτσι, από μόνη της. Ίσως να δημιουργούμε μια ψευδαίσθηση ότι κάτι είμαστε, ίσως να πετάμε αμέτρητα μπουκάλια στη θάλασσα, που μέσα να έχουν γραμμένο το σώστε με, αλλά μερικές φορές, αυτά δεν είναι αρκετά. Είναι στιγμές που πρέπει να βάζεις ένα ακόμα στρώμα ασβεστίου στο όστρακο που σε προστατεύει, και να δείξεις ότι μεγάλωσες. Τέτοια είναι αυτή η στιγμή.

Death by overflow of potential.

Monday, August 07, 2006

I put a compass throw my eyes

And still feel the pain of having seen this movie. It was created by an illithid wizard who wanted to suck our precious brains, or as I call them, our precious insides of my skull. I still feel the cold tentacles of uttermost stupidity and cliché warping around my brain cells. I kept wishing for it to stop, for the misery to end, but I was enthralled, so bad a movie it was. Miss Congeniality with Sandra Bullock. The only good thing in the movie was the gay guy who was in charge of making her a woman, and frankly, even his remarkable performance did not save the horrid wilting that was happening to my dreams and hopes for an academic career. How can I ever dream of such things now that I am oh so stupid, blind, and mentally disordered? Anyway. There were moments were I almost laugh, and that was because I was imagining a bunch of Jedis entering the film and slaughtering everyone… But alas, this did not happen.

Anyway, I also went to Thessalonica recently. Had some wonderful moments, but that cost me a lot latter. Ah. Distance my eternal enemy I shall one day vanquish you! HAHA! Anyway, it was fun. And when I came back home strange. Now I just study (or try to) Arivederchi!