Saturday, June 27, 2009

Elcko

Μια πέτρα που προσκρούει ήρεμα νερά, προκαλεί κύματα. Τα κύματα, οι εξαπλωνόμενοι κύκλοι είναι μια ιστορία, είναι η ουσία που θα σου πει κάποιος. Αλλά η πέτρα σπανίως πέφτει μόνη της στο νερό. Ένας άνθρωπος, ένας άνεμος ή γενικά ένα απροσδιόριστο κάτι την έσπρωξε. Και αυτός ο άνθρωπος, αέρας, απροσδιόριστο κάτι, έχουν μια ιστορία.

Όλες οι ιστορίες μας αρχίζουν από το big bang. Αν φυσικά πιστεύουμε στην επιστήμη. Υπάρχουν και άλλες εκδοχές, από θεούς και θεϊκές μακαρονάδες δίχως αρχή, ως θεωρίες ότι ο κόσμος αρχίζει και τελειώνει με την γέννησή μου και την υπόθεση ότι μόνο όσα έχω σκεφτεί, φανταστεί και συναντήσει και συγκρατήσει στην μνήμη μου υπάρχουν.

Η σημερινή ιστορία έχει αρχές σε πολλά σημεία.

Η πέτρα χτυπάει το νερό.
Γεννήθηκα.
Μεγάλωσα ευτυχισμένος, προστατευμένος σε ένα κέλυφος. Κέλυφος οικογενειακό και μέσα σε αυτό το κέλυφος, άλλο ένα κέλυφος, πιο προσωπικό. Υπάρχουν μερικά είδη οστρακοειδών που δεν έχουν θηρευτές, καθώς οχυρώνονται σε ένα τεράστιο κέλυφος, και εγκλωβισμένα από το βάρος του, πεθαίνουν ακινητοποιημένα.

Ένας από τα πρώτα ομόκεντρα κυκλικά κύματα φεύγει από το σημείο σύγκρουσης.
Στο δημοτικό έκανα μια ριζική στροφή από το νηπιαγωγείο: φοβήθηκα τους άλλους και έτσι έκανα παρέα με ένα ή δύο μόνο άτομα. Φοβήθηκα την βία, και δεν αντιδρούσα ποτέ, και την απέφευγα πάντοτε.

Κι άλλο κύμα.
Ως αποτέλεσμα, σε ένα πάρτι, στο πρώτο που με καλέσανε, δεν ήξερα τους συμμαθητές μου. Όλοι μιλάγανε με όλους, και εγώ χάζευα δήθεν τα φυτά στο μπαλκόνι. Μερικά κορίτσια ζητάνε από κάποια αγόρια να χορέψουν. Συνεχίζω να χαζεύω, και να φαντάζομαι πως είμαι ο πρίγκιπας από το παραμύθι δίχως όνομα της Πηνελόπης Δέλτα.

Κύμα. Κύματα. Ποιος θυμάται που ήταν αυτές οι στιγμές; Ήταν πάντως.
Όλα τα πάρτι είναι έτσι πλέον. Γυμνάσιο, λύκειο, αρχές πανεπιστημίου. Μια μπύρα και στο μπαλκόνι. Με την Χριστίνα, στο πάρτι της, αφού χωρίσαμε είπα να χορέψω. Χάνω την ισορροπία μου και πέφτω, ο κώλος μου η πέτρα, το γυάλινο τραπέζι η επιφάνεια του νερού. Σηκώνομαι και φεύγω, περπατάω στους δρόμους από άνω Καρέα στον Άλιμο.
Όλα τα πράγματα είναι τα ίδια. Ένας φίλος, κολλητός, που με προδίδει και χάνεται. Ομάδες ανθρώπων και εγώ άβολα ψάχνω, μα φοβάμαι κιόλας μια θέση ανάμεσά τους. Ευτυχώς, όπως όλοι φυσιολογικοί, τρομοκρατημένοι, αντικοινωνικοί άνθρωποι, η ψευδαίσθηση ανωτερότητας με κρατάει ζωντανό. Όταν όλος ο κόσμος δε σε καταλαβαίνει ή δεν του επιτρέπεις να σε καταλάβει, τότε αυτό σίγουρα σημαίνει ότι είσαι ανώτερος. Ναι. Αυτό είναι. Ας το επιβεβαιώσεις με κάθε κοινωνική σου επαφή από εδώ και πέρα. Λίγοι φίλοι για να επιβεβαιώνεις ότι ελάχιστοι σε καταλαβαίνουν, ότι είσαι υπεράνθρωπος και ότι η ελίτ σου είναι μικρή. Κάποτε λες σε ένα άτομο που σου συστήσανε μια καλοκαιρινή βραδιά ότι δεν έχει νόημα να του πεις ποιος είσαι και τι κάνεις, σε δέκα μέρες δε θα το θυμάται, και δε θα ξανασμίξουν οι δρόμοι σας. Πρέπει να σε θυμάται ακόμα.

Κύματα. Όπως τα κύματα οι λέξεις μου εξαπλώνονται και καλύπτουν χώρο στις οθόνες των υπολογιστών σας, οι προτάσεις μου εξαπλώνονται προς όλες τις κατευθύνσεις, ομόκεντροι κύκλοι με μια κοινή αρχή.

Τα πρώτα εμπόδια που βρήκα σε αυτήν την τροπή ήταν οι γυναίκες. Δεν ήταν αυτές καθ' αυτές υπεύθυνες, αλλά όταν θέλεις να βρεθείς τόσο κοντά σε μια κοπέλα, σε έναν άνθρωπο γενικά, θα δεις σε αυτές πως σε κρίνουν, μια καθαρή αντανάκλαση του προσώπου σου ανάμεσα σε δύο κύματα μιας λίμνης.

Μια κοπελιά, στο τέλος του γυμνασίου με είχε ερωτευτεί. Δεν μου άρεσε. Τελευταίες μέρες του γυμνασίου, με πήρε τηλέφωνο και μου αφιέρωσε ένα σκυλάδικο. Δεν θυμάμαι πιο ήταν. Μετά από μερικά δευτερόλεπτα, έκλεισα το τηλέφωνο και πήγα στο δωμάτιό μου. Όταν ξαναχτύπησε δεν το σήκωσα. Έμεινα στο κρεβάτι και έκλαψα.

Από εκεί και πέρα άρχισε η πραγματική ιστορία με τις κοπέλες. Τρικυμία. Ερωτεύτηκα αρκετά δυο κοπέλες, μα έμειναν άπιαστο όνειρο. Ίσως ήθελα να είναι απρόσιτες, τέλειες, γιατί όταν μου δόθηκε η ευκαιρία να κάνω κάτι με μια από αυτές, απλά έμεινα φίλος. Θα είμαι πάντα ερωτευμένος με εκείνες τις κοπέλες όπως τις είχα πλασμένες στο μυαλό μου και όχι όπως ήταν αλήθεια. Όχι όπως ήμουν ερωτευμένος τότε. Ούτε όπως είμαι τώρα.

Άλλες κοπέλες με βρήκαν του γούστου τους, και για να μη μείνω έξω από το χωρό, να μην είμαι πάντα το παιδί που χαζεύει τις γλάστρες, ασχολήθηκα. Για λίγο μόνο και μετά δεν άντεχα αυτά που βλέπανε. Γιατί, το ξέρω, δεν με βλέπαν για αυτός που ήμουν. Πολλές φορές βλέπαν μόνο μακριά μαλλιά. Άλλες φορές ποιήματα και γαλλική εξωτικότητα, αν αυτό είναι υπαρκτό. Έτσι είτε εγώ, είτε αυτές, τερματίζαμε κάτι που δεν είχε νόημα.

Ο πρώτος βράχος που πραγματικά ανάγκασε τα κύματα να συγκρουστούν μαζί του, να αγκαλιάσουν το σχήμα του βράχου και να αλλάξουν ήταν και παραμένει να είναι η Δανάη.

Είδε τα ωραία σχέδια πάνω στο κέλυφός μου. Είδε και όσα δεν ήταν τόσο ωραία. Τα δέχτηκε, και είδε πιο κάτω, κάτω από το κέλυφος, ένα μαλθακό φοβισμένο πράγμα. Δεν με έκρινε. Δέχτηκε ότι είμαι και εγώ άνθρωπος και άρχισε να μου το δείχνει. Ότι το κέλυφός μου δεν είμαι εγώ. Ότι έχω ελαττώματα, ότι είμαι αποτυχημένος και εγώ σε κάποια πράγματα. Και όσο περνάει ο καιρός και το συνειδητοποιώ, φοβάμαι. Φοβάμαι όλο και πιο πολύ. Κάποιος με είδε, και δεν ήταν ο καθρέφτης μου τα βράδια.

Με είδε και με βεβαίωσε ότι δεν είμαι άσχημος. Ότι είμαι φυσιολογικός. Ότι μπορούσα και μπορώ να διορθώσω τις ατέλειές μου. Βεβαίως δεν κατάλαβα τι μου έδειχνε αμέσως.

Ένα κύμα.
Και το ποστίδιο έφυγε ξανά προς άλλη κατεύθυνση. Και εγώ έφυγα για Γαλλία. Στο Παρίσι από τύχη είχα φίλους. Βεβαίως λόγο φόρτου εργασίας και modus operadi ξανά λίγοι ήταν οι φίλοι, πολλή η μοναξιά. Τα ίδια και χειρότερα στη Τουλούζ. Στην αρχή δουλειά. Μα τώρα η δουλειά κοπάζει, και οι φίλοι εδώ μετριούνται στα δάχτυλα ενός προσώπου. Οι γνωστοί στα δάχτυλα ενός χεριού. Και όταν είσαι σε μια πόλη όπου όλα είναι φτιαγμένα για εσένα και μια παρέα, όταν τα άτομα διασκεδάζουν, οι δρόμοι έχουν μουσικούς και φώτα και ατμόσφαιρα, νιώθεις ότι όλοι σε περιγελάνε, ότι ο κόσμος είναι ενέργεια και ειρωνεία. Πας στο μουσείο μόνος. Στον κινηματογράφο μόνος, στην μπυραρία μόνος. Περπατάς με τον ίσκιο σου, και σκιάζεσαι τα πάντα. Ξεχνάς πιο είσαι, μα θυμάσαι πως είσαι ατελής και εστιάζεις σε αυτό, ελπίζεις ότι παραλογίζεσαι και ότι κάπου έχεις αξία.

Το μάστερ μου τελείωσε, το πήρα και μάλλον θα έχω έναν από τους καλύτερους βαθμούς.
Η κοπέλα μου μου λείπει, μου λείπουν οι φίλοι μου και ο εαυτός μου.
Γεννήθηκα στο απόγειο της τεχνολογικής και καπιταλιστικής ύβρης. Από εδώ και πέρα ο κόσμος θα υποστεί τις συνέπειες της νοοτροπίας των καουμπόηδων, του πυροβολάω πρώτα και ρωτάω έπειτα. Όσοι γεννήθηκαν μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο έζησαν το απόγειο της ελπίδας για ένα καλύτερο αύριο, και όπως όλες η εποχές πέρασε. Αλλά ας ευχαριστηθώ λοιπόν την εποχή που σε διακόσια χρόνια θα εξιστορούνται οι επιζήσαντες, για τους υπολογιστές για όλους και τα αεροπλάνα, τα αμάξια και τα μη εξαφανισμένα ζώα. Ας ευχαριστηθώ τα πάρτι και την disco όσο υπάρχουν και έχω την ικανότητα να κατανοώ την αξία τους.

Αύριο θα βγω από το κέλυφός μου, τα κύματά μου θα συναντήσουν άλλα, και σε λίγες βδομάδες θα τα ξεχάσουν. Θα επιστρέψω στην Ελλάδα, στους γνωστούς μου στο κέλυφός μου. δε θα το φορέσω, μα θα πάω στην αγκαλιά της, και αγκαλιασμένοι μαζί, στο πάρτι του καλύτερού μου φίλου. Ή τουλάχιστον έτσι ελπίζω. Το μέλλον είναι όσο αβέβαιο όσο ήταν πάντα και όσο θα είναι πάντα. Ποιος ξέρει τι έριξε και τι θα ρίξει πέτρες στο νερό;

(Elcko είναι το όνομα από το συγκότημα που άκουγα ενώ έγραφα αυτό το ποστίδιο. Τους συνάντησα στους δρόμους της Τουλούζης κατά την διάρκεια της γιορτής της μουσικής, που ήταν καταπλικτηκή και με παρέα. Όπως τα περισσότερα ποστίδιά μου τελευταία δεν το ξαναδιάβασα, οπότε βρήθει από κακή σύνταξη και ορθογραφικά λάθη)

1 comment:

Φωτεινή said...

Υποκλίνομαι..για το θάρρος,την ειλικρίνεια,την αυτογνωσία,την ομορφιά της έκφρασης.Εγώ ήμουν και θα είμαι φίλη σου. Ξέρω,πολύ απασχολημένη με τον εαυτό μου για να δώσω όσα θα ήθελαν άλλα κομμάτια του εαυτού μου αλλά προσπαθώ κι εγώ..να γίνω από πολλά κομμάτια ένα. Λυπάμαι πολύ που δεν ήμουν 'εκεί' όσο ήσουν στην Τουλούζη, λυπάμαι πολύ.

Για τη συνέχεια σου εύχομαι ό,τι καλύτερο.Ε και μην ξεχνάς, έχεις κάτι σουβλάκια να με κεράσεις!Οι μπίρες δικές μου..ή μήπως καμιά ρετσίνα; Φτάνει με τις 16..